Σύλλογος μεγάλος ΔΕΝ υπάρχει άλλος!

7 Μαΐου 2011

Μανωλάκη εε..

Ο «Μανώλης» είναι πολίτης Ελλάδας ξανά και όπως δήλωσε ήρθε για να μείνει.

Ο λόγος για τον Εμάνουελ Ολιζαντέμπε, όπου μετά από 4 χρόνια επέστρεψε στην Ελλάδα και αναζητεί τον επόμενο σταθμό στην καριέρα του. Πού, πώς, δεν ξέρει. Αλλά το έχει πάρει απόφαση. Στα 33 του πια, ο Ολιζατέμπε αναζητεί νέα ομάδα δίχως προβλήματα στο γόνατο με σκοπό να συνεχίσει τις καλές εμφανίσεις που πραγματοποίησε αγωνιζόμενος στην Κίνα.
Ο πρώην παίκτης της Ξάνθης μίλησε στην εφημερίδα «Εξέδρα».
Aναλυτικά τα όσα δήλωσε:

- Πώς αποφάσισες να πας στην Κίνα;
«Οταν ήρθε η πρόταση, το σκέφτηκα πολύ. Η αμοιβή ήταν καλή, αλλά ήθελα να δω τις συνθήκες. Πήγα, είδα και αποφάσισα να τολμήσω. Είχα συζητήσει ασφαλώς με τη σύζυγό μου. Η Μπέατα με στήριξε, μου είπε 'πήγαινε'. Το συμβόλαιο θα ήταν για έναν χρόνο και θα ανανεωνόταν κάθε χρονιά αν ήμασταν όλοι ευχαριστημένοι».
- Δεν σκέφτηκες το ρίσκο; Ουσιαστικά εξαφανιζόσουν από τον ποδοσφαιρικό χάρτη…
«Το σκέφτηκα. Αλλά μου αρέσει η αλλαγή, ήθελα κάτι καλύτερο από την Κύπρο και θεώρησα ότι ήταν μια καλή ευκαιρία. Και όντως ήταν. Καθόλου δεν το έχω μετανιώσει. Μόνο η απόσταση από τη σύζυγό μου ήταν πρόβλημα, αλλά το αντιμετωπίσαμε».
- Πώς και γιατί σε επέλεξαν;
«Ολος ο κόσμος είναι ένα πια. Τέσσερις ώρες από εδώ στο Ντουμπάι και άλλες 7-8 πτήση από το Ντουμπάι στο Πεκίνο. Είναι μεγάλη απόσταση, αλλά στην πραγματικότητα πια ο κόσμος έχει μικρύνει. Ολοι μαθαίνουμε πολλά για όλα τα μέρη στον κόσμο. Με ήξεραν από το Μουντιάλ της Κορέας και με ήθελαν όχι μόνο για να σκοράρω, αλλά και για να κάνω μαθήματα στους μικρούς της Ακαδημίας. Τους αφιέρωσα πολύ χρόνο και μυαλό, μου άρεσε αυτή η διαδικασία. Μόχθησα πολύ, αλλά τα κατάφερα».
- Τι σε δυσκόλεψε περισσότερο;
«Η προπόνηση και η μοναξιά. Οχι τον πρώτο χρόνο, μετά».
- Μίλησέ μας για την προπόνηση, τους παίκτες, το τιμ…
«Οι Κινέζοι είχαν και έχουν ακόμη την πεποίθηση ότι στον αγώνα πρέπει να τρέχουμε πολύ. Δεν μπορείς να φανταστείς τι προπόνηση κάναμε. Ολη η σεζόν ήταν σαν καλοκαιρινή περίοδος προετοιμασίας. Τρέξιμο, τρέξιμο και λιγότερο ποδόσφαιρο. Υπάκουσα σε όλα. Αλλά μιλούσα και στον προπονητή για το ότι πρέπει να αντιμετωπίσουν διαφορετικά το ποδόσφαιρο. Οι συμπαίκτες μου ήταν πολύ φιλικοί. Και η ομάδα οργανωμένη εκπληκτικά, όπως και οι περισσότερες κινεζικές ομάδες».
- Δηλαδή;
«Στην Κίνα οι ομάδες χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Σε όσες ανήκουν στις πόλεις και σε όσες ανήκουν σε επιχειρηματίες, όπως η δική μας. Ο ιδιοκτήτης έχει κατασκευαστική εταιρεία, είχε και έχει μεγάλα όνειρα για την ομάδα. Το προπονητικό κέντρο είναι καταπληκτικό. Είχαμε τα πάντα: ξενώνες, εστιατόριο, γήπεδα, τηλεόραση, Ιντερνετ, ανθρώπους κοντά μας. Ωραίο περιβάλλον για ποδόσφαιρο. Ηταν και καλή περίοδος για την ομάδα, τερματίσαμε τέταρτοι, αν και για μεγάλο διάστημα ήμασταν πρώτοι ή δεύτεροι».
- Πώς ήταν το γήπεδο;
«Μεγάλο, 60.000 θέσεων. Κανονικό για μια πόλη 10.000.000 κατοίκων. Δεν γέμιζε συχνά, αλλά κατά μέσο όρο είχαμε 25.000-30.000 θεατές σε κάθε ματς».
- Ποιο ήταν το σύστημα και τακτική στα παιχνίδια;
«Σταθερά 4-4-2, μου άρεσε και εμένα. Ετσι παίζουν σχεδόν όλες οι κινεζικές ομάδες. Με πολλή πίεση στον αντίπαλο, πολλά τρεξίματα για κλεψίματα, passing game».
- Η διαιτησία;
«Η διαιτησία είναι παντού η ίδια. Κάποιες ομάδες ευνοούνται, κάποιες αδικούνται. Εγιναν και κάποια απίστευτα σε ορισμένα ματς. Αλλά το θέμα είναι πώς το αντιμετωπίζει ο κόσμος και τα μέσα ενημέρωσης. Εκεί είναι πιο ήρεμοι, δεν έχουν τόσο μεγάλη προκατάληψη όσο εδώ».
- Οι άνθρωποι;
«Καλοί, ευγενικοί, με αξίες, αρχές και ζεστασιά. Με έβαλαν στα σπίτια τους αρκετοί συμπαίκτες μου, γνώρισα τους γονείς, τα παιδιά, τις συζύγους τους. Πηγαίναμε βόλτες, ψωνίζαμε, τρώγαμε μαζί, τους έλεγα ιστορίες, ήταν ωραία».
- Η ζωή, η αγορά, η κοινωνία;
«Εχουν βελτιωθεί σε όλα. Το φαγητό είναι πολύ φτηνό και υπέροχο. Μου άρεσε ανέκαθεν το κινέζικο, εκεί το μαγειρεύουν πιο βαρύ απ' ό,τι στην Ευρώπη. Γενικά η αγορά ήταν φτηνή, εκτός από τα εισαγόμενα επώνυμα ρούχα, τα οποία είχαν τιμές Ευρώπης και ήταν πανάκριβα για τους Κινέζους. Σε γενικές γραμμές έχουν προοδεύσει πολύ. Είναι εργατικοί, φιλότιμοι, έχουν στόχους και όνειρα. Δουλεύουν πολύ, αλλά δεν απομακρύνονται από τους φίλους και τις οικογένειές τους».
- Πώς πολέμησες τη μοναξιά;
«Να ξέρεις ότι είμαι περισσότερο τίγρης παρά λιοντάρι. Δεν έχω πολλούς φίλους. Τον πρώτο ενάμιση χρόνο δεν είχα πρόβλημα. Μετά μου έλειπε πολύ η Μπεάτα και η ζωή στην Ελλάδα. Συγκεντρώθηκα πολύ στο ποδόσφαιρο να ξέρεις. Επαιξα περισσότερα από 70 ματς σε τρία χρόνια, πέτυχα περίπου 30 γκολ, πάλεψα πολύ σε έναν τραυματισμό που είχα. Ξέρεις, οι Κινέζοι είναι της υπομονής σ’ αυτές τις περιπτώσεις. Αργά αργά. Τρέξιμο, μασάζ, τέτοια. Εχουν ικανότατους γιατρούς, αλλά δεν σε πιέζουν όπως στην Ευρώπη. Εγώ τους πίεζα για να γυρίσω πιο γρήγορα».

«Τα λάθη μου, τα πάθη μου»
«Αποδείχθηκε ότι ήταν λάθος μου όταν αποφάσισα να φύγω από τον Παναθηναϊκό και να πάω στην Πόρτσμουθ. Ο Ζάετς είχε φύγει, έκανα λίγο παρέα με τον Χαλκιά. Εμένα με ήθελε στην ομάδα ο τότε ιδιοκτήτης της, ο Μάνταριτς. Δεν με ήθελε όμως ο προπονητής, ο Ρέντναπ. Το κατάλαβα γρήγορα και αποφάσισα να φύγω όταν, σε ένα ματς με πολλές απουσίες, πήρε έναν πιτσιρίκο από τη δεύτερη ομάδα. Επαιξα μόνο σε δύο ματς πρωταθλήματος».
- Γιατί λες ότι θα μπορούσες να είχες μείνει στον Παναθηναϊκό;
«Διότι είχα συμβόλαιο για επιπλέον έξι μήνες και ήμουν καλά, παρά τις τριβές με τον Μαλεζάνι».
- Και μετά προκύπτει η Ξάνθη…
«Α! Το μεγαλύτερο λάθος στην καριέρα μου».
- Γιατί;
Πήγα με μεγάλη διάθεση να παίξω, παρότι η πόλη δεν με ενθουσίαζε. Αλλά γρήγορα κατάλαβα τι γινόταν. Ξεκινήσαμε με τον Ματζουράκη και αλλάξαμε πέντε προπονητές. Ο πρώτος έβαζε βασικό αυτό το ψηλό αγόρι (σ.σ.: Λαμπριάκος). Ο δεύτερος το ίδιο, ο τρίτος, όλοι. Κάποια στιγμή άρχισα να αναρωτιέμαι: 'Είμαι τόσο σκατά; Είμαι τόσο κακός;'. Εκείνη η σεζόν έπληξε την αυτοπεποίθησή μου. Δεν μπορούσα να το πιστέψω. Κατόπιν κατάλαβα ότι για όλα στην ομάδα αποφάσιζε ο Πανόπουλος, που με είχε επιλέξει! Το χειρότερο ήταν ότι έλεγαν από την ομάδα και γραφόταν στις εφημερίδες ότι έχω προβλήματα με τραυματισμούς, αλλά εγώ ήμουν μια χαρά, έκανα κανονικά προπόνηση και με έπαιρναν στον πάγκο».
- Το ίδιο και στην Κύπρο;
«Οχι, εκεί ήταν φανταστικά! Μόλις είχε προβιβαστεί ο ΑΠΟΠ, οι άνθρωποι ήταν πολύ θερμοί και φιλικοί. Είχαμε ξεκινήσει εκπληκτικά, έβαζα γκολ, όλα ήταν σούπερ. Αλλά έφυγα πριν από τη λήξη της σεζόν, διότι ήρθε η πρόταση από την Κίνα. Θα μπορούσα να ξαναπαίξω στην Κύπρο. Εχουν οργανωθεί πλέον, κάνουν καλή προπόνηση, έχουν αθλητικά κέντρα, είναι καλές οι συνθήκες».

«Θα παίξω και θα μείνω στην Ελλάδα»
- Γιατί αποφάσισες να επιστρέψεις;
«Δεν το επιδίωξα. Ηθελα να μείνω έναν χρόνο ακόμα στην Κίνα. Αλλά ο νέος προπονητής αποφάσισε να διώξει όλους τους ξένους λίγο πριν από την έναρξη του πρωταθλήματος. Περίμενα ότι θα έμενα. Τελευταία στιγμή άλλαξαν γνώμη, γύρισα τον Φεβρουάριο. Προπονούμαι, πάω γυμναστήριο, είμαι καλά, αλλά μου λείπει το ποδόσφαιρο».
- Τι σκέφτεσαι για το μέλλον;
«Θέλω να παίξω στην Ελλάδα, αλλά δεν αποκλείω τίποτα. Ρωσία, Τουρκία, Κύπρος… Αλλά θέλω να εγκατασταθώ εδώ. Και δεν είναι θέμα χρημάτων. Είμαι ρεαλιστής, ξέρω ότι δεν μπορώ να βρω στην Ελλάδα 200.000-300.000 ευρώ. Μα είμαι μαζί με την Μπεάτα, γυμνάζομαι και θα συζητήσω με ορισμένες ομάδες, στα 32 είμαι ακόμα».
- Τι θα κάνεις μετά το τέλος της καριέρας σου;
«Σίγουρα θα μείνουμε στην Ελλάδα. Η Μπεάτα τελειώνει τις σπουδές της στον τομέα της διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού και νιώθουμε πολύ καλά εδώ. Για τους Ελληνες είναι δύσκολα, το καταλαβαίνω. Εχω φίλους που μοιάζουν φοβισμένοι, που νιώθουν ότι όλα άλλαξαν μέσα σε δύο χρόνια. Αλλά για εμάς είναι καταπληκτικά. Ηρεμία, καλές συνθήκες ζωής, ωραίο περιβάλλον για να δημιουργήσεις οικογένεια. Η Αθήνα είναι ωραία, αν προσέχεις και έχεις το μυαλό στο κεφάλι σου».
- Και αν έχεις δουλειά και χρήματα…
«Ασφαλώς. Μα ακόμη κι αν δεν είσαι πλούσιος, μπορείς να προοδεύσεις και να ζήσεις καλά. Οι Ελληνες δεν έχουν χάσει τα καλά στοιχεία της ταυτότητάς τους, ακόμη και τώρα που όλα είναι διαφορετικά».