Σύλλογος μεγάλος ΔΕΝ υπάρχει άλλος!

2 Ιουλίου 2010

Αφιέρωμα στον Γκοβού (Βίντεο)


Ο Σίντνεϊ Γκοβού προτίμησε να είναι ευτυχισμένος, παρά ο καλύτερος. Αυτό δεν τον εμπόδισε να γίνει συνώνυμο της δυναστείας της Λιόν. Διαβάστε όλα όσα θέλετε να ξέρετε για τον ποδοσφαιριστή που είναι έτοιμος να βάλει τα πράσινα.

Πήγε παιδάκι και φεύγει με γκριζαρισμένους κροτάφους. Μπήκε στο προπονητικό κέντρο της Λιόν άβγαλτο παιδάκι 17 ετών και φεύγει τριαντάρης, φτασμένος, χορτάτος από παραστάσεις, εικόνες, τίτλους. Περιέπεσε σε πολλές αμαρτίες. Εξομολογημένες όλες. Στο τελευταίο «αντίο» κανείς δεν είχε να του προσάψει κακή κουβέντα. Πολλά μάτια βούρκωσαν όταν τον είδαν να μαζεύει τα μπαγκάζια του έπειτα από 13 χρόνια, λίγο μετά το παιχνίδι της τελευταίας αγωνιστικής με τη Λε Μαν.

Ο Σίντνεϊ Γκοβού ήταν ένας στρατιώτης της Λιόν εντός γηπέδου, ένας νέος που έβραζε το αίμα του έξω από αυτό, μία προσωπικότητα που μπορεί να τη λάτρευες, να τη μισούσες, αλλά ποτέ να την αγνοήσεις. «Υπήρξαν μερικές φορές που κοιμόμουν με τη συνείδηση βαριά γι' αυτά που είχα κάνει, αλλά φεύγοντας νομίζω ότι αφήνω κάτι πίσω μου. Αφήνω την εικόνα ενός αληθινού τύπου, γιατί τέτοιος είμαι στη ζωή μου», είπε στον αποχαιρετιστήριο λόγο του.

Το μότο της ζωής του εξηγεί τα πάντα: «Προτιμώ να είμαι ευτυχισμένος, παρά ο καλύτερος». Οι επιλογές του κινήθηκαν αποκλειστικά με γνώμονα αυτή την κουβέντα. Ο μπαμπάς Ζορζ ήταν εμβληματικός ποδοσφαιριστής στο Μπενίν τη δεκαετία του '60. Ο αδερφός του Ζιλ κολλημένος με την μπάλα, πλην όμως ατάλαντος. Ο Σίντνεϊ είχε ρουφήξει όλο το ταλέντο, μα λίγη δίψα. Προείχε το σχολείο. Τελείωσε το λύκειο με αριστείο και πτυχίο στις θετικές επιστήμες. Μέχρι τότε έπαιζε μπαλίτσα χαλαρά σε μία τοπική ομάδα του Λουάρ, χωρίς πολλά ζόρια, μόλις με μία προπόνηση την εβδομάδα. Στα τσικό της Λιόν πήγε λίγο πριν ενηλικιωθεί. Δεν άργησε να κάνει το άλμα για την πρώτη ομάδα. Αυτοπαρουσιάστηκε ηχηρά στο ευρωπαϊκό κοινό με δύο γκολ επί της (μετέπειτα νικήτριας του Τσάμπιονς Λιγκ) Μπάγερν το 2001 και οι συγκρίσεις με τον Τιερί Ανρί ξεκίνησαν από εκείνο το βράδυ. Δεν έγινε ποτέ του κάτι τέτοιο, γιατί πάντα έβλεπε το ποδόσφαιρο χαλαρά. Μόλις βγάζει τα εξάταπα παύει να είναι ποδοσφαιριστής. Δεν θέλει να μιλάει ή να ακούει για μπάλα, σπάνια βλέπει κάποιο ματς στην τηλεόραση και συνήθως βάζει κάποιο μουσικό κανάλι στη διαπασών. Ποτέ δεν αρνήθηκε ότι είναι μπον βιβέρ, ότι του αρέσει η καλή (νυχτερινή) ζωή, τα γρήγορα αμάξια και το ποτό. Ποτέ του, όμως, αυτά δεν τον έκαναν να τρέξει λιγότερο, να λουφάρει μέσα στο γήπεδο, να ματώσει τη φανέλα λιγότερο. Δεν υπήρξε ποτέ ούτε ένας προπονητής του που να είχε παράπονα από τη διάθεση του να σκιστεί για την ομάδα. Σταδιακά από σέντερ φορ (κακές οι σχέσεις του με το γκολ) έγινε ένας δεξιός εξτρέμ με ντοκτορά στο 4-3-3. Μολονότι η Λιόν ξόδευε δεκάδες εκατομμύρια για παίκτες στη θέση του (Κεϊτά, Βιλτόρ, Εντερσον, Ντελγκάδο), πάντα ξεκινούσε τη σεζόν ως εφεδρεία και την τελείωνε ως αναντικατάστατος. Πάντα είχε φωνή στα αποδυτήρια. Δεν φοβόταν να παίξει ακόμα και συνδικαλιστικό ρόλο σε συζητήσεις για πριμ στην πατερναλιστική δικτατορία του Ζαν Μισέλ Ολάς. Το υψηλό ποδοσφαιρικό (και όχι μόνο) I.Q. του τον έκανε αγαπημένο παιδί του προέδρου της Ολιμπίκ, που πάντα τον πλήρωνε περισσότερα από όσα άξιζε! Επί των ημερών του η Λιόν πήρε 7 τίτλους και δεν έμεινε ποτέ Τσάμπιονς Λιγκ. Το σερί με το σεντόνι θα συνεχιστεί με μία άλλη ομάδα που φιλοδοξεί να στήσει τη δική της δυναστεία...

Η Μπάγερν και η «κούπα»

Το παιχνίδι που τον έκανε γνωστό διεθνώς και τον έβαλε στις καρδιές των φίλων της Λιόν ήταν εκείνο με την Μπάγερν τον Μάρτιο του 2001. Μόλις 21 ετών ήταν ο Σιντ κι έβαλε δύο γκολ στο 3-0 επί της ομάδας που, λίγες εβδομάδες μετά, θα στεφόταν πρωταθλήτρια Ευρώπης.

Στο τέλος της σεζόν ψηφίστηκε κορυφαίο ταλέντο της Ligue 1 και την επόμενη έβαλε δέκα γκολ στο πρωτάθλημα, το οποίο είναι και ρεκόρ του. Από τα 16 τρόπαια που κατέκτησε, το Κύπελλο του 2008 θα έπρεπε να το πάρει σπίτι του δεδομένου ότι αυτός είχε βάλει το μοναδικό γκολ του τελικού απέναντι στην Παρί στο 102' της παράτασης.

Βαριά κληρονομιά

Μισέλ Πλατινί, Ζινεντίν Ζιντάν, Σίντνεϊ Γκοβού. Η ένδοξη φανέλα της εθνικής Γαλλίας με το νούμερο 10 πέρασε εσχάτως στην πλάτη του 30χρονου μεσοεπιθετικού, κάτι που από μόνο του λέει πολλά. Κανείς δεν είπε ότι ήταν της ίδιας κλάσης, αλλά και κανείς δεν μπορεί να πει πως δεν βοήθησε με όλες του τις δυνάμεις. Είχε, άλλωστε, πάντα τον τρόπο να τρυπώνει στις αποστολές στα μεγάλα ραντεβού, εκμεταλλευόμενος τραυματισμούς (του Ζιουλί το 2004, του Σισέ δύο χρόνια μετά). Τον Σεπτέμβριο του 2006 έβαλε δύο γκολ στο 3-1 επί της... φρέσκιας παγκόσμιας πρωταθλήτριας Ιταλίας και συνολικά έχει σημειώσει δέκα σε 42 εμφανίσεις με το εθνόσημο. Τον περασμένο Οκτώβριο ήταν αρχηγός κόντρα στην Αυστρία και σε αυτό το Μουντιάλ ήταν βασικός στα δύο πρώτα ματς.

Σισέ, ο καλός φίλος

Το να πει κανείς ότι ο Τζιμπρίλ Σισέ «έψησε» τον φίλο του να έρθει στον Παναθηναϊκό είναι το ευκόλως εννοούμενο. Το θέμα είναι ότι οι δύο τους γνωρίζονται από παλιά και ακόμα και αυτό το καλοκαίρι έκαναν αρκετή παρέα στην εθνική Γαλλίας μαζί και με τον Φλοράν Μαλουντά. Γκοβού και Σισέ συνδέονται και με μια ιστορία που έχει σχέση με το προηγούμενο Παγκόσμιο Κύπελλο. Ο πρώτος αντικατέστησε τον δεύτερο λίγο πριν από την έναρξη της διοργάνωσης. Ο Τζιμπρίλ υπέστη κάταγμα κνήμης-περόνης στο φιλικό με την Κίνα κι εκείνος που κλήθηκε εσπευσμένα να πάρει τη θέση του ήταν ο Σίντνεϊ.

Σίντνεϊ, το κακό παιδί

Καλός παίκτης, πιστός στην ομάδα του, αλλά δεν είναι λίγα τα περιστατικά στα οποία έχει πιαστεί... οφσάιντ. Ενα από τα πάθη του είναι η οδήγηση. Κάποτε συνελήφθη να τρέχει μεθυσμένος και του αφαιρέθηκε, πέρα από την άδεια οδήγησης, και το περιβραχιόνιο του αρχηγού. Το περασμένο καλοκαίρι ανέβηκε στην εξέδρα να ζητήσει τον λόγο από οπαδούς που έβριζαν την οικογένειά του στο φιλικό με τη Λα Κορούνια και προ εβδομάδων το όνομά του μπλέχτηκε στο σεξουαλικό σκάνδαλο των Γάλλων διεθνών με την ανήλικη ιερόδουλο Ζαϊά Ντεχάρ. Το δε παρατσούκλι «ουίσκι-κόλα» το κατέχει εξ ημισείας με τον Λουιντουλά λόγω της αγάπης τους για το ποτό.

Ακαδημία, το όνειρο ζωής

Γέννημα-θρέμμα της ευρύτερης περιοχής της Λιόν, ο Γκοβού είχε στο μυαλό του αρκετά χρόνια τη δημιουργία μιας ακαδημίας ποδοσφαίρου. Οταν έγινε επαγγελματίας και έβγαλε τα πρώτα του καλά λεφτά, δεν το σκέφτηκε πολύ πού θα τα επενδύσει. Η σχολή «Stages Govou Sports» αποτελεί απτή πραγματικότητα ήδη από το 2005. Την έστησε μαζί με τον αδελφό του, Ζιλ, και τα καλοκαίρια φιλοξενούνται σε αυτήν και μαθαίνουν τα μυστικά του αθλήματος εκατοντάδες παιδιά της περιοχής και όχι μόνο. Οι δουλειές πάνε καλά και προπονητικά κέντρα έχουν στηθεί και σε άλλα μέρη.



(sday)